Έτσι έμεινα να κάθομαι μόνη στο μέρος που ανάβαμε φωτιές, κι αν μυρίσεις μπορείς ακόμα να καταλάβεις τη μυρωδιά του καμένου ξύλου. Αν τεντώσεις τ' αυτιά σου, μπορείς να ακούσεις τα γέλια μας κι αν κοιτάξεις προσεκτικά, μπορείς ακόμα να μας δεις γύρω απ' τη φωτιά να μοιραζόμαστε εμπειρίες. Πάλι αφήνω, όμως, τον εαυτό μου να με παρασέρνει με τις ψεύτικες ελπίδες που μου δίνει. Έτσι, γρήγορα συνέρχομαι και το παίρνω απόφαση πως μοναδική παρέα μου για φέτος θα' ναι το χαρτί και το μολύβι. Ίσως να μου κρατάει συντροφιά πού και πού και η θάλασσα. Πλατειάζω, όμως. Πάντα αυτό κάνω. Αλλού θέλω να καταλήξω. Έφτασα στη Νικήτη, είναι όμορφη, η θάλασσα είναι υπέροχη και η ηρεμία που ζητάω είναι γεγονός. Έφτασα, λοιπόν. Τώρα, τι;
Κραυγάζουμε όσο πιο δυνατά μπορούμε. Σιωπή. Δυναμώνουμε τη φωνή μας. Σιωπή. Βραχνιάζουμε, όμως δεν σταματάμε. Σιωπή. Αυτές οι ανησυχίες μου μ' έφτασαν εδώ που είμαι. Σαν αγκάθια μέσα στην ψυχή μου. Ακόμη και τα τριαντάφυλλα όμως έχουν αγκάθια...
Σελίδες
Στου αιώνα το φευγιό
«...Άκουσα τον κεραυνό να πέφτεi, και πριν μια τρομερή βροντή. Άκουσα ένα κύμα να βρυχάται, να θέλει να πνίξει όλη τη γη. Άκουσα εκατό τυμπανιστές, τα τύμπανα να χτυπάνε δυνατά. Άκουσα χίλιους ανθρώπους να ψιθυρίζουν και κανείς να μην ακούει προσεκτικά. Άκουσα έναν της πείνας να πεθαίνει και πολλούς να γελάνε βροντερά. Άκουσα το τραγούδι ενός ποιητή που πέθανε σαν το σκυλί στ' αμπέλι. Άκουσα ένα παλιάτσο σε μιαν αλέα να κλαίει και κανείς να μην τον θέλει. Και μια άγρια, ναι, μια άγρια, μια άγρια, ω, άγρια, σου λέω άγρια, μια άγρια βροχή θα πέσει.»
Bob Dylan
Τρίτη, Ιουνίου 29, 2010
Τώρα, τι;
Έτσι έμεινα να κάθομαι μόνη στο μέρος που ανάβαμε φωτιές, κι αν μυρίσεις μπορείς ακόμα να καταλάβεις τη μυρωδιά του καμένου ξύλου. Αν τεντώσεις τ' αυτιά σου, μπορείς να ακούσεις τα γέλια μας κι αν κοιτάξεις προσεκτικά, μπορείς ακόμα να μας δεις γύρω απ' τη φωτιά να μοιραζόμαστε εμπειρίες. Πάλι αφήνω, όμως, τον εαυτό μου να με παρασέρνει με τις ψεύτικες ελπίδες που μου δίνει. Έτσι, γρήγορα συνέρχομαι και το παίρνω απόφαση πως μοναδική παρέα μου για φέτος θα' ναι το χαρτί και το μολύβι. Ίσως να μου κρατάει συντροφιά πού και πού και η θάλασσα. Πλατειάζω, όμως. Πάντα αυτό κάνω. Αλλού θέλω να καταλήξω. Έφτασα στη Νικήτη, είναι όμορφη, η θάλασσα είναι υπέροχη και η ηρεμία που ζητάω είναι γεγονός. Έφτασα, λοιπόν. Τώρα, τι;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου