Το σπίτι είναι άδειο και δεν με χωράει και το δωμάτιό μου είναι πολύ μικρό. Οι τοίχοι στο διάδρομο όλο και στενεύουν. Πάλι πίσω στο δωμάτιό μου. Το ταβάνι μοιάζει σαν να κατεβαίνει και το μούγκρισμα του υπολογιστή ακούγεται εκκωφαντικό. Ο κόσμος γύρω μου σκοτεινιάζει και φωνάζω για βοήθεια, αλλά η φωνή μου σταματάει στους τοίχους που όλο και με πλησιάζουν. Κλείνω τα μάτια και περιμένω να με συνθλίψουν. Έχει περάσει πολύ ώρα. Τα ανοίγω, όμως δεν βλέπω καλά. Είναι όλα γύρω μου θολά απ’ τα δάκρυα κι έχει σουρουπώσει. Μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα έχω συνέλθει. Οι τοίχοι είναι και πάλι στη θέση τους, το ταβάνι απέχει την ίδια απόσταση από το πάτωμα με πριν και ο υπολογιστής σταμάτησε το μούγκρισμα. Το σπίτι είναι άδειο και δεν με χωράει. Κάθομαι σε μια γωνία και απολαμβάνω τη σιωπή. Το σπίτι είναι άδειο και συμβιβάζομαι…
Κραυγάζουμε όσο πιο δυνατά μπορούμε. Σιωπή. Δυναμώνουμε τη φωνή μας. Σιωπή. Βραχνιάζουμε, όμως δεν σταματάμε. Σιωπή. Αυτές οι ανησυχίες μου μ' έφτασαν εδώ που είμαι. Σαν αγκάθια μέσα στην ψυχή μου. Ακόμη και τα τριαντάφυλλα όμως έχουν αγκάθια...
Σελίδες
Στου αιώνα το φευγιό
«...Άκουσα τον κεραυνό να πέφτεi, και πριν μια τρομερή βροντή. Άκουσα ένα κύμα να βρυχάται, να θέλει να πνίξει όλη τη γη. Άκουσα εκατό τυμπανιστές, τα τύμπανα να χτυπάνε δυνατά. Άκουσα χίλιους ανθρώπους να ψιθυρίζουν και κανείς να μην ακούει προσεκτικά. Άκουσα έναν της πείνας να πεθαίνει και πολλούς να γελάνε βροντερά. Άκουσα το τραγούδι ενός ποιητή που πέθανε σαν το σκυλί στ' αμπέλι. Άκουσα ένα παλιάτσο σε μιαν αλέα να κλαίει και κανείς να μην τον θέλει. Και μια άγρια, ναι, μια άγρια, μια άγρια, ω, άγρια, σου λέω άγρια, μια άγρια βροχή θα πέσει.»
Bob Dylan
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου